- σίττας
- σίττᾱς , σίττηnuthatchfem acc plσίττᾱς , σίττηnuthatchfem gen sg (doric aeolic)σίσσας , σίζωhissaor ind act 2nd sg (epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σίττας — Βυζαντινός στρατηγός, που έδρασε στα χρόνια του Ιουστινιανού. Το 525 μ.Χ. στάλθηκε από τον Ιουστινιανό, μαζί με το Βελισσάριο στην Περσαρμενία, εναντίον των Περσών και, αφού τους νίκησε σε μάχη κοντά στα Σάταλα, βάδισε προς τη Τζανική (ανατολικό… … Dictionary of Greek
PSITTACUS — pluchritudinis inter aves primas tulit, a Statio, l. 2. Sylv. 4. Epicedio in Psittacum Melioris Atedii, ubi psittacum iungens Pavoni ac Phasiano ait, v. 25. Psittacus ille plagae viridis regnator Eoae, Quem non gemmata volucris Funonia caudâ… … Hofmann J. Lexicon universale